Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

Ονειροπαγίδα.




-Θέλω να φύγεις από τη ζωή μου, να εξαφανιστείς! Γιατί δεν το καταλαβαίνεις; Φύγε σου λέω, θέλω μια νέα αρχή. Δε μπορώ να προχωρήσω αλλιώς.

-Εγώ στο είχα προτείνει και παλιότερα. Αν η παρουσία μου σε δυσκολεύει μπορούμε να σταματήσουμε να μιλάμε. Θα είμαστε άγνωστοι, θα έχουμε τις συναντήσεις των 4’’ και μόνο το βλέμμα μου καθώς θα περνάς από τον διάδρομο θα έχεις από’ μένα.

-Το ήξερα, το ήξερα ότι δε με χρειαζόσουν αρκετά, δε μ ’αγαπούσες αρκετά. Ναι, είμαι τρελή δεν ξέρω τι θέλω. Θέλω να μείνεις, αλλά και να φύγεις αν δε σε έχω όπως θέλω. Θέλω να φύγω εγώ, μακριά από σενα και από όλους. 

-Δε με βοηθάς. Θα κάνω ό,τι μου πεις.

- Απλά φύγε. Κάντο τώρα, τώρα που μπορώ. Μονάχα μην ξεχάσεις αυτά που ζήσαμε, αυτό που ήμουν εγώ όπως με θυμόσουν χθες, προχθές. Εμένα.Υποσχέσου.

-Στο υπόσχομαι.

Έφυγε κλείνοντας απαλά την πόρτα.Του ήταν τόσο εύκολο να φύγει. Αυτό έκανε πάντα, έφευγε. 

 Ένιωθα σαν να ήμουν παγιδευμένη σε έναν από εκείνους τους τρομακτικούς εφιάλτες, που πρέπει να τρέξεις ,να τρέξεις μέχρι τα πνευμόνια σου να σκάσουν αλλά δεν μπορείς να κάνεις το  σώμα σου να κινηθεί αρκετά γρήγορα. Δε μπορούσα να συγκεντρωθώ, ένιωθα ζαλισμένη, κουρασμένη.

Ο χρόνος περνάει. Ακόμα και όταν μοιάζει αδύνατο. Περνάει ακανόνιστα με παράξενους κλυδωνισμούς και διαστήματα γαλήνης  που τραβάνε σε μάκρος, αλλά περνάει όπως και να  έχει. Όλες οι προσπάθειες ήταν μάταιες. Η ζωή μου έπρεπε να συνεχίσει από εκεί που την είχα αφήσει, χωρίς τα δικά του ίχνη. Αρκετές φορές έπιασα τον εαυτό μου να μετανιώνει αυτήν μου την απόφαση, να τρέχω στα μέρη που πηγαίναμε και  να σκαλίζω τις αναμνήσεις μέσα σε ένα χρωματιστό κουτί με το όνομα του απέξω. Μάταια, όλα ήταν μάταια. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να αφήσω τον εαυτό μου να παρασυρθεί, νιώθοντας περισσότερο τρόμο, περισσότερο άγχος. Ήμουν σαν ένα χαμένο φεγγάρι- ο πλανήτης μου είχε καταστραφεί και συνέχιζα παρ’όλα αυτά να γυρίζω σταθερή σχηματίζοντας μια μικρή τροχιά γύρω από το κενό που είχε μείνει πίσω. Η πορεία μου ήταν προδιαγεγραμμένη. Τώρα έπρεπε να τον ακολουθήσω. Απαγορευόταν να θυμάμαι, αλλά έτρεμα μήπως ξεχάσω ήταν πολύ δύσκολο να συνεχίσω έτσι. Ίσως μετά από λίγα χρόνια να μπορούσα να ξαναθυμηθώ αυτούς τους μήνες, χωρίς ενδοιασμούς.

-Ξύπνα, είναι αργά, δε θα προλάβεις. Σήκω σου λέω.
-Μη φωνάζεις σηκώνομαι.

Ήταν όνειρο, ήταν απλά ένα κακό όνειρο. Γιατί είπα κακό; Τουλάχιστον μπόρεσα να συνεχίσω; Στο τέλος τα κατάφερα; Τι είναι καλό και τι κακό τελικά; Δεν ξέρεις τι θέλεις, αυτό είναι. Δε σκέφτεσαι, και στο τέλος μαζεύονται πολλά πράγματα. Μπορείς να κρυφτείς να κρυφτείς από τον εαυτό σου να ξεχαστείς με καθημερινά θέματα αλλά ποτέ από το υποσυνείδητο σου. Αυτό ήταν το όνειρο τη νύχτα με την ονειροπαγίδα, για αυτό μπέρδεψα τα λόγια μου. Αλλά είπαμε καινούργια αρχή!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου